Κοροντα

Κοροντα
    Κόροντα
    τά Коронты (город в Акарнании) Thuc.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "Κοροντα" в других словарях:

  • Κόροντα — neut nom/voc/acc pl Κόροντα fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κόροντα — Αρχαία αυτόνομη πόλη της Ακαρνανίας. Τα νομίσματά της, αντί παραστάσεων, έφεραν τη μακεδονική ασπίδα και ως επιγραφή το γράμμα Κ. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι, το 429 π.Χ., ο Αθηναίος ναύαρχος Φορμίων, ξεκινώντας από τη Ναύπακτο, αποβιβάστηκε… …   Dictionary of Greek

  • Κορόντων — Κόροντα neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»